- ρομπότ
- Μηχάνημα ικανό να εκτελεί πράξεις, που αποτελούν μέρος ενός καθορισμένου προγράμματος, και με ορισμένες λειτουργικές ομοιότητες με τον άνθρωπο. Ο όρος προήλθε από την τσεχική λέξη robota (= εργασία), όταν ο Κάρελ Τσάπεκ έγραψε το 1923 το ονομαστό θεατρικό έργο RUR (Rossum’s Universal Robots), στο οποίο περιγράφεται μια κοινωνία που χρησιμοποιεί αρχικά μηχανικά ανδρείκελα, τα ρομπότ, ικανά να εκτελούν οποιαδήποτε εργασία με μηχανική και φυσική δράση· τα ανδρείκελα όμως αυτά είναι τόσο τέλεια, διαθέτουν αντίληψη και τελικά επαναστατούν εναντίον των ανθρώπων-αφεντικών τους και τους εξολοθρεύουν.
Η ιδέα μυθικών μηχανικών τεράτων με ανθρώπινη μορφή είχε εισδύσει στη λαϊκή φαντασία όλων των χωρών κατά τον Μεσαίωνα. Ο Αλβέρτος ο Μέγας, ο Βάκων, ο Ντεκάρτ και άλλοι φιλόσοφοι κατασκεύασαν ανθρωπόμορφα μηχανήματα ικανά να ανοίγουν πόρτες και να παίζουν μουσικά όργανα.
Στη σύγχρονη εποχή υπάρχει τάση ανάπτυξης της τεχνικής των ρ. (ρομποτική), προπάντων από την άποψη μερικής ή ολικής αντικατάστασης του ανθρώπου από τα τελειοποιημένα) αυτά μηχανήματα σε υπερβολικά μονότονες ή επικίνδυνες εργασίες, για τις οποίες δεν απαιτείται δημιουργική ή εκλεκτική ικανότητα και είναι δυνατό να ενταχθούν σε ένα αυστηρά καθορισμένο πρόγραμμα. Mια ενδιαφέρουσα προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή έγινε το 1927 από την εταιρεία Westinghouse, η οποία κατασκεύασε το Televox, ένα ρ. προοριζόμενο για τη βιομηχανία, ικανό να μεταδίδει τηλεφωνικά ενδείξεις ηλεκτρικών μετρήσεων, ύψους στάθμης υγρών, πιέσεων αερίων, θέσεων ασφαλειών και διακοπτών και να εκτελεί μηχανικές ενέργειες υπό τη διεύθυνση ενός χειριστή σε απόσταση, ο οποίος μετέδιδε πάντοτε τηλεφωνικώς τις εντολές, χρησιμοποιώντας ορισμένους τόνους φωνής στους οποίους το ρ. είναι ευαίσθητο. Αφού το ρ. εκτελέσει την εντολή και δώσει τις απαντήσεις που του ζητήθηκαν, «εναποθέτει» το ακουστικό και αυτό σημαίνει τη λήξη της «συνδιάλεξης».
Πέρα από το πείραμα αυτό και από άλλα που ακολούθησαν, μπορούμε να πούμε ότι σήμερα έχουν λυθεί τα προβλήματα τα σχετικά με την κίνηση των άκρων και με τη λειτουργία των οργάνων που είναι ευαίσθητα στους εξωτερικούς ερεθισμούς, καθώς επίσης και τα προβλήματα που έχουν σχέση με την ενεργειακή αυτονομία και με το πρόγραμμα εργασιών το οποίο το ρ. καλείται να εκτελέσει.
Στο τελευταίο αυτό σημείο είναι αξιοσημείωτη η πολύτιμη συμβολή των υπολογιστών, οι οποίοι, τοποθετούμενοι στα ρ. ως «εγκέφαλοι», τα κάνουν ικανά να εκτιμούν τους εξωτερικούς ερεθισμούς βάσει στοιχείων εναποθηκευμένων στη «μνήμη» τους και να δίνουν στον εαυτό τους εντολές προς εκτέλεση.
Ρολόι με μηχανικά πουλιά κατασκευασμένο το 1785. Με το χτύπημα της ώρας τα πουλιά αρχίζουν να κελαηδούν, να φτερουγίζουν και να κινούνται, ενώ το νερό αναπηδά. Τέτοια έξυπνα παιχνίδια υπήρξαν οι πρόδρομοι των ρομπότ. (Παρίσι, Μουσείο Τεχνών και Επαγγελμάτων)
Μίνι ρομπότ. Το μέγεθός του είναι μικρότερο από ιαπωνικό νόμισμα (αριστερά) (φωτ. ΑΠΕ).
Ρομπότ με ανθρώπινη μορφή (κεφάλι, άκρα) (φωτ. ΑΠΕ).
* * *το, Ν1. τεχνολ. προγραμματισμένος μηχανισμός που χρησιμοποιείται σε βιομηχανικές και επιστημονικές εφαρμογές ως υποκατάστατο τού ανθρώπου2. μτφ. άτομο που εκτελεί μηχανικά ένα έργο, υπακούοντας σε εντολές άλλου χωρίς δική του βούληση.[ΕΤΥΜΟΛ. < τσεχ. robot < robota «δουλειά»].
Dictionary of Greek. 2013.